Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια χρόνια μεταβολική νόσος που χαρακτηρίζεται από υψηλά επίπεδα γλυκόζης (σάκχαρο) στο αίμα. Γνωστός ως ο «σιωπηλός δολοφόνος», ο διαβήτης αυξάνεται με γοργό ρυθμό στις ΗΠΑ (και στον κόσμο γενικότερα) και επηρεάζει περισσότερους από 34 εκατομμύρια Αμερικανούς.
Σχεδόν 1,5 εκατομμύριο νέες περιπτώσεις διαβήτη καταγράφονται κάθε χρόνο, ένας δυσοίωνος αριθμός. Στη χώρα μας πλήττει το 10-12% του πληθυσμού, μεταφραζόμενο στον ανησυχητικό αριθμό των 1.000.000 με 1.200.000 συμπολιτών μας.
Ο διαβήτης δεν επηρεάζει μόνο την καρδιά, τα νεφρά και τον εγκέφαλο, αλλά έχει παρατεταμένη και καταστροφική επίδραση και στο ανοσοποιητικό σύστημα. Ο αρρύθμιστος, μακροχρόνιος διαβήτης αποδυναμώνει το ανοσοποιητικό και αυξάνει την προδιάθεση για ασθένειες και λοιμώξεις.
Είναι αποδεδειγμένο, και το ζήσαμε κατά την πρόσφατη εμπειρία μας με την COVID-19, ότι τόσο η μακροχρόνια καλή ρύθμιση του σακχάρου (ευγλυκαιμία), όσο και κυρίως, η καλή ρύθμιση στις πρώτες ημέρες της λοίμωξης παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στην ευνοϊκή έκβαση της νόσησης.
Ένα εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα καθιστά επικίνδυνες τις λοιμώξεις για τα άτομα με διαβήτη και δυστυχώς η παραμικρή μόλυνση τους επηρεάζει δυσμενώς, αυξάνοντας τα ποσοστά νοσηλείας -θνητότητας ενώ παρατείνει το χρόνο αποθεραπείας τους», επισημαίνει ο κ. Αντώνιος Π. Λέπουρας Ειδικός Παθολόγος – Διαβητολόγος, Διευθυντής Παθολογικής – Διαβητολογικής Κλινικής και Διαβητολογικού Κέντρου Metropolitan General και συνεχίζει:«Οι πέντε μηχανισμοί με τους οποίους ο διαβήτης επηρεάζει το ανοσοποιητικό σύστημα και οδηγεί σε σχετική ανοσοκαταστολή είναι:
1. Ο Σακχαρώδης διαβήτης μειώνει την ικανότητα του αμυντικού μηχανισμού και των λευκών αιμοσφαιρίων να φτάσουν γρήγορα και σε ικανοποιητικό βαθμό στο σημείο της μόλυνσης. Είναι γνωστό ότι αυξάνει τον κίνδυνο για αθηροσκλήρωση – μια ασθένεια στην οποία φλεγμονή εντός των αιμοφόρων αγγείων και των αρτηριών δημιουργεί βλάβες γνωστές ως αθηρωματική πλάκα, που με τη σειρά της οδηγεί στη σκλήρυνση και στένωση των αιμοφόρων αγγείων. Επηρεάζει έτσι σημαντικά την αμυντική ικανότητα του οργανισμού και την προσπάθεια των λευκών αιμοσφαιρίων (τα κύτταρα που καταπολεμούν την ασθένεια) να φτάσουν στο σημείο της μόλυνσης και να παραμείνουν εκεί. Αυτό οδηγεί σε καθυστερημένη επούλωση πληγών, ή αυξημένη ευπάθεια σε επακόλουθες λοιμώξεις.
2. Η χρόνια υπεργλυκαιμία επιβραδύνει επιπλέον τη διάχυση του αίματος μέσω των αιμοφόρων αγγείων αυξάνοντας τον κίνδυνο επιπλοκών σε τραυματισμούς και μολύνσεις.Λόγω της πάχυνσης – γήρανσης των αιμοφόρων αγγείων, παρατηρείται μείωση της ροής του αίματος στο σημείο της μόλυνσης. Εν συνεχεία, η μειωμένη ροή του αίματος, οδηγεί μικρότερες ποσότητες θρεπτικών ουσιών και άλλων υγιών κυττάρων στο σημείο του τραύματος, από τις απαιτούμενες για την επιδιόρθωσή του. Το δέρμα, βασικό εμπόδιο στην παροχή έμφυτης ανοσίας χάνει την ελαστικότητά του και δεν είναι αρκετά ικανό να παρέχει προστασία από μικροτραυματισμούς, φλεγμονές και λοιμώξεις.Δημιουργείται επιπλέον καθυστέρηση στην επούλωση των πληγών αποτελώντας ένα «βολικό» τρόπο για τα βακτήρια να εισέλθουν στο σώμα και να προκαλέσουν μόλυνση.